Τρίτη 26 Ιουλίου 2016


δούλεψα εντατικά όλη μέρα. έχω κούραση.

έκανα κι ένα κούρεμα  très à la mode. eh, oui !

εξωτερικά προσπαθώ και λειτουργώ κανονικά.

ακεφιά

μαυρίλα
απελπισία κάπως...












Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

εδώ Αθήναι.










Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

photos foteini


6.30 το χάραμα, πετάχτηκα απ' το κρεβάτι κι έπεσα κατευθείαν στα νερά με το φανελάκι.
cache corset, μας το έλεγε η γιαγιά Φωτεινή. 
με το cache corset το λοιπόν, χάραμα στη θάλασσα.




απήλαυσα την αποκλειστικότητα του ήλιου να ανατέλει
κι απήλαυσα την αποκλειστικότητα της απέραντης σιωπής

μπορείς, αν το θες,να με κατηγορήσεις πάλι, ότι έχω εμμονή με την ... αποκλειστικότητα.
ναι, έτσι είναι. 
έτσι είμαι. έτσι ακριβώς είμαι. 
και δεν αλλάζω.




ο Σ. εφημέρευε κι έφυγαν σήμερα πρωί πρωί.

με τους δίδυμους βγάλαμε απ' τη θάλασσα ένα σωρό τσούχτρες.
κάτι έμορφες, καφεγυάλινες τσούχτρες !




το μεσημέρι φάγαμε τον μουσακά μου. καλός ήταν.

ύστερα, κοιμήθηκα έξω, κάτω απ' τη σκιά των δέντρων.




το απόγευμα μαζέψαμε ένα σωρό λεμόνια. σκέφτομαι να φτιάξω λεμονάδες.
μάζεψα και κάτι άγρια, μικρά, στρογγυλά, κόκκινα δαμάσκηνα καθώς και λίγα κανονικά δαμάσκηνα. μ' αυτά τα δεύτερα, λέω να φτιάξω τσάτνεϊ.






βραδυνό μπάνιο σε νερά σκοτεινά κι έπειτα βόλτα στο κοντινό χωριό.

συναντήσαμε τυχαία έναν παλιό φίλο, τον Β. Λ.




faber μου αθάνατο και χαρτάκια μου αθάνατα επίσης...







Σάββατο 23 Ιουλίου 2016

photos foteini


όλη μέρα ήμουν μέσα - έξω στα νερά.
το σκυλί βρίσκεται σταθερά κάτω απ' την καρέκλα μου.




ήρθαν η Κ. και ο Σ.
η Σούζη έφτιαξε την ψαρόσουπα του ψαρά, τηγάνισε και ψάρια.




εγώ καθάρισα απ' τον βρασμένο μπακαλιάρο τα κόκκαλα και τον ρίξαμε μες το ζουμί.



έπλυνα ένα βουνό πιάτα.
το βράδυ κατεβάσαμε το τραπεζάκι στο κύμα. 
ονοματίζαμε τ΄αστέρια, τραγουδήσαμε.
με την Άσπα ήπιαμε cidre.



μπλοκάκι και faber μου, αθάνατα !





Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

βραδινό μπάνιο.
με τσίμπησε μιά τσούχτρα, ευτυχώς μικρή...

ονειρεύομαι το αυριανό ξημέρωμα στη θάλασσα...




κρατάω σημειώσεις,
μπλοκάκι αθάνατο,
τρανζιστοράκι επίσης αθάνατο.





"...ο θ' περησίην τε κα απεινν Γονόεσσαν Πελλήνην τ' εχον δ' Αγιον μφενέμοντο Αγιαλόν τ' ν πάντα κα μφ' λίκην ερεαν,
τν κατν νην ρχε κρείων γαμέμνων τρεΐδης..."


"και εκείνοι που είχαν την Υπερησία και την ψηλή Γονούσα
και την Πελλήνη, και όσοι κατοικούσαν στο Αίγιο και σε όλη την έκταση του Αιγιαλού, και γύρω στην πλατιά Ελίκη, 

σ
᾿ αυτών τα εκατό καράβια αρχηγός ήταν ο βασιλιάς Αγαμέμνονας,
ο γιος του Ατρέα."

Ομήρου Ιλιάδα Β΄ 573-577






εδώ, όπου
ν κατν νην ρχε κρείων γαμέμνων τρεΐδης",
  εφέτος 
internet δεν έχουμε...






Τετάρτη 20 Ιουλίου 2016

Καθώς το λιβάνι κι ο διάβολος, έτσι ακριβώς είναι  η δική μου σχέση με τους γιατρούς.
ΜΑΚΡΙΑ !
Πρέπει να φτάσω στο "αμήν" για να πάω σε κάποιον γιατρό. Να φτάσω στο "δεν πάει άλλο...". Πρέπει δηλαδή να περιπέσω σε καθηλωτικό  φόβο ή σε αφόρητο πόνο, για να αποφασίσω να πάω σε γιατρό.

Έτσι με το δόντι μου σήμερα. Από τον Μάη μήνα αυτό το δόντι με παιδεύει και το παιδεύω. Αντιβίωση κόντρα στην αντιβίωση, με την ελπίδα μήπως και απο φύγω τον οδοντίατρο.  




Ώσπου σήμερα έφτασα στο "δεν αντέχω άλλο πόνο"  κι αναγκαστικά πήγα.







Πήγα φυσικά με δυσκολία, σβαρνίζοντας τα βήματά μου,  ένα βήμα μπρος δύο πίσω...


Το πρώτο πράγμα που έκανα μπαίνοντας στο ιατρείο, ήταν να... εκφοβίσω τον ξάδερφό μου, τον οδοντογιατρό.
Όταν πρόκειται για τα αδέρφια ή τα ξαδέρφια μου, ουουου, θεωρώ τον εαυτό μου "μανούλα" σ’ αυτό το σπόρ.  Ψαρωτική.
"Πρόσεχε, του  λέω, μην τυχόν με πονέσεις ! Και ένα αχ να κάνω, θα τα τινάξω όλα, θα σηκωθώ απ’ την καρέκλα  και θα φύγω". Τόση αβρότητα και ευγένεια!...





Έτσι, αυτό το καϋμένο, 
πρώτα μου έριξε ένα σπρέϋ  για να μην με πονέσει η ένεση, 
έπειτα μου έκανε μιά ένεση για να μη με πονέσει ο τροχός, 
κι ύστερα με κούραρε.





Για να είμαι δίκαιη, το χεράκι του είναι τόσο ελαφρύ, είναι τόσο καθαρός και τόσο προσεκτικός, (κι η ένεση, φαίνεται, ήταν τόσο ισχυρή…)  που ούτε κατάλαβα την παραμικρή ενόχληση.





Έτσι, πάει κι αυτό !






Κατά τα άλλα,  
αυτή την εποχή υπάρχει ένας πολιτιστικός οργασμός τριγύρω, Ηρώδειο, Επίδαυρος, συναυλίες, θερινά σινεμά κτλ, 





πηγαίνουν οι δικοί μου, μα εγώ δεν έχω κέφια.
Ακούω λίγο μουσική, διαβάζω αρκετά, βλέπω φίλους, βαδίζω στην εξοχή, κολυμπάω (όταν έχω θάλασσα), 

δραστηριότητες monahus monahus.















Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

κι ακόμα
αγαπώ τούτο εδώ :




Κλείνω τα μάτια μου κ’ ακούω την Κωνσταντινούπολη

Στην αρχή φυσάει ένα ελαφρό αεράκι
Αργοσαλεύουν
Τα φύλλα στα δέντρα
Από μακριά, πολύ μακριά
Το ασταμάτητο κουδούνισμα των νερουλάδων
Κλείνω τα μάτια μου κι ακούω την Κωνσταντινούπολη

Κλείνω τα μάτια μου κι ακούω την Κωνσταντινούπολη

Η κλειστή αγορά μες στην δροσιά
Πολύβουο το Μαχμούτ πασά
Οι αυλές γεμάτες περιστέρια
Σφυροκοπήματα έρχονται απ΄τα ντόκ
Το όμορφο ανοιξιάτικο αγεράκι σκορπάει μυρωδιές ιδρώτα
Κλείνω τα μάτια μου κι ακούω την Κωνσταντινούπολη

Κλείνω τα μάτια μου κι ακούω την Κωνσταντινούπολη

Μια κοκέτα περνάει το καλντερίμι
Βρισιές , πειράγματα, τραγούδια , μουρμουρίσματα
Κάτι πέφτει απ το χέρι της στο χώμα
Μάλλον είναι ένα τριαντάφυλλο
Κλείνω τα μάτια μου κι ακούω την Κωνσταντινούπολη

Κλείνω τα μάτια μου κι ακούω την Κωνσταντινούπολη

Ένα πουλί σπαρταράει στα πεζούλια της
Αν το μέτωπό σου είναι ζεστό ή όχι, εγώ το ξέρω
Αν τα χείλη σου αν είναι υγρά ή όχι, εγώ το ξέρω

Ένα άσπρο φεγγάρι γεννιέται πίσω απ΄τις φιστικιές
Το νοιώθω από τους χτύπους της καρδιάς σου
Ακούω την Κωνσταντινούπολη


ORHAN VELİ KANIK







Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016


πόσο, μα πόσο πολύ
αγαπώ αυτό το ποίημα !


Απερίγραπτη λένε
Απερίγραπτη λένε, η φτώχεια της  Ιστανμπούλ   
Η πείνα θερίζει τους ανθρώπους
Βουλιάζουν λένε στο χτικιό
Κι οι κοπελίτσες, έτσι λένε,
Στα θεωρεία του σινεμά και στα χαλάσματα
Άσχημα τα νέα για την μακρινή μου πολιτεία
Την πολιτεία των τίμιων των εργατικών
Και των πτωχών ανθρώπων
Για την αληθινή μου Ιστανμπούλ


Την πολιτεία που μένεις πολυαγαπημένη μου
Την πολιτεία που κουβαλάω
Πάνω στους ώμους μου
Μες στο σακί μου
Από εξορία σε εξορία
Από φυλακή σε φυλακή


Την πολιτεία που'χω στην καρδιά μου
Σαν ένα μαχαίρι σαν την εικόνα σου
Μέσα στα μάτια μου

τι άλλο να πω ;...



Σάββατο 16 Ιουλίου 2016

στο κελί

πολύ λίγες ώρες ύπνος.

πρωί-πρωί στη θάλασσα, μπάνιο 12ο. 
ολημερίς σε διάφορες δουλειές, πότισμα, μάζεψα όσο μπορούσα μύγδαλα κ.τ.λ.
παρακολουθώ τις αναλύσεις, σχετικά με το Τουρκικό ζήτημα.

φυσάει απόψε. κρυώνω αρκετά στη βεράντα κι ετοιμάζομαι να μπω μέσα.

ύπνο !







στο κελί...


"θα πολιορκώ το κοίταζε τη δουλειά σου
με την αγωνία μου"...


μακρά θα είναι η νύχτα...
















Πέμπτη 14 Ιουλίου 2016








Τρίτη 12 Ιουλίου 2016

Ω, τι σόϊ, μαμά !


ΙΙΙ. 


Χρόνος αυτόχειρας


ΠΟΙΗΣΗ



Δημήτριος Γ. Δημητριάδης



εκδόσεις Γκοβόστη, 2016




Σταχυολογώ από την ποιητική συλλογή :


"ΑΠΩΛΕΙΑ"


Μ
έτσι ξεκινά η Μοναξιά
με τα μη και τα δεν,
και το Μάταιο
ενός ορίζοντα που έπαψε να ζυγώνει.

Α
όχι αγάπη
όχι πιά
Ανήμπορος, ίσως
Ανόητος, αναμφίβολα.

στο λάμδα κοντοστέκομαι
Λίμνη
Λάθη
θα είναι μιά Λίμνη από Λάθη, λοιπόν
Λοιπόν, όπως το συμπέρασμα
ότι η ζωή παρακάμπτει
τους ανήμπορους ανόητους.

όμικρον, όπως Όνειρα
κάποτε
όπως Όμορφος
κάπου
ανάμεσα στα στάχυα και το φως
μιάς γης ολότελα ξένης.

γράμμα Ρ από τον έρωτα
χωρίς το ε
απομένει μόνο το Ρώτα
μα δεν ελπίζω
η απάντηση έσβυσε εκείνη τη νύχτα
όποιο κι αν ήταν το ερώτημα.

Γιώτα το τελευταίο γράμμα
Ιστορία ανείπωτη μέχρι τώρα
σκάλισμα στο κερί που λιώνει
κάτω από τη γροθιά του χρόνου.

Μάλορι
ανάσες δένονται καρφιά
θυσία στο ύπουλο χιόνι
τελευταίο χαμόγελο
καθώς πέταξες αθόρυβα
μαύρο πουλί.

Μάλορι γράφω στους τοίχους των κελιών
Μάλορι γράφει και στον ανθισμένο τάφο.

κλωτσώ με δύναμη το σκαμνί
ν' αποδράσω στο ανώδυνο.

θα φέρω τριαντάφυλλα
τα κόκκινα, από τον κήπο.






"ΧΡΟΝΙΟΣ ΑΥΤΟΧΕΙΡΑΣ"


Κάθε τόσο
αφήνω στον καμβά
που κρέμεται στην πλάτη
ενός σκαντζόχοιρου
φιγούρες παλιάτσων
και χυδαίων εραστών
θέλω να βλέπω
τον εαυτό μου στον καθρέφτη.

Τα έκλυτα βράδυα
οι φιγούρες ζωντανεύουν
γεμίζουν κηλίδες την αντανάκλαση
έχω χρόνια να πλυθώ.

Οι βελόνες με πονούν
μα φοβάμαι να σπάσω τον καμβά
το σκοινί που μας ενώνει
κρατά όρθια την καρέκλα
της κρεμάλας που χω περάσει στο λαιμό.






"ΤΟ ΠΑΡΑΛΗΡΗΜΑ ΤΟΥ ΕΡΑΣΤΗ"



Στο σκυφτό σου γραφείο
αναρωτιέσαι
αν πότισες και σήμερα
τις τρωτές σου θηλές.

Εκεί που λες
θα σμιλέψεις το χέρι σου
με το άλλο χέρι
ακόνισε προσεκτικά
τη στεριά σου
μη γυρεύεις φωτιά
κι αλάτι
παιδεύεις άσκοπα
το κοπάδι από λύκους
που έθρεψες τόσους χειμώνες
οι σκέψεις φτιάχνουν κόμπους
στο ανθισμένο μυαλό σου
τρέξε να προλάβεις το καράβι
θα φύγει σε δέκα λεπτά
δεν ακούς την πόρνη
σου το ψιθυρίζει δαγκώνοντας
το πρησμένο αυτί.

Άγγελος ή άνθρωπος
το άλλο σου μισό
κοιτάς στην πλάτη
χωρίς φτερά μάλλον άνθρωπος
χτυπάς τη γροθιά στον αιχμηρό τοίχο
αίμα παντού στο βρώμικο σοκάκι
σκούπισέ το, μην το βρει ο εχθρός
και σε διαβάλλει στις άσχημες γυναίκες
που περιπολούν κάθε νύχτα
στα ύποπτα στέκια των τεράτων.

Τόσο φως δεν το αντέχω.






από το ποίημα "ΣΩΜΑΤΟ-ΠΟΙΗΣΗ"


....................


Γέμισέ με
ψίχα σκληρό ψωμί
μουσκεμένο σε όπιο
να μην πονώ.

Κι ύστερα
φίλησέ με
ν' ασπρίσω.






από το ποίημα "Ο ΚΥΚΛΟΣ"


Απέδρασε η Αλίκη από τη χώρα των θυμάτων
έρποντας σε αιχμηρά λαγούμια
αφήνοντας πίσω εγκεφαλικούς ιστούς
κι αφηρημένες μνήμες.

Μαζί της φάνηκαν δεσμοφύλακες
η απάθεια κι η εμμονή
αυτιστικά κατάλοιπα από τη χώρα των θαυμάτων.

Αδύναμη κι ατημέλητη
έγειρε να ισιώσει τη φούστα της
γιά να καταλάβει πως είναι γυμνή.

..............................................






από το ποίημα "ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΣΕ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΡΟΣΩΠΟ"


...........................................


Όταν διψούσες
έπινες απ' τις πληγές στο στήθος σου
μολυσμένα υγρά
μνήμες τόξα.

Κι έτσι γοργά κι αθόρυβα
προσέγγισες τα όρια του θόλου
με την αβέβαιη ζωή σου
και το βέβαιο θάνατο.

Άπλωσες πρόθυμα το χέρι να κλειδώσεις
το κελί που γράφει τ' όνομά σου
μα σκόνταψες σ' αυτό
που οι αφελείς επιμένουν
ν' αποκαλούν ελπίδα.






από το ποίημα "ΑΣΑΛΕΥΤΑ"


....................................

Οι προσευχές δεν έπιασαν τόπο

.....................................

Μα έχει χρόνια να βρέξει.

Και ποιός είμαι εγώ να φέρω βροχή
με το ακίνητο
καινούριο μου σώμα.







από το ποίημα " ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΕ ΔΥΟ ΠΡΑΞΕΙΣ"

"ΑΝΑΤΟΛΗ"

.................

Λάβα κόκκινη στους δρόμους
στα υψώματα, στους υπονόμους
ξεχύθηκε νωρίς
μόλις που χάραζε.

Ίσως είναι η χολή μετανιωμένων αγίων
που κόπηκαν βαθιά απ' το μαχαίρι.

..................




"ΔΥΣΗ"

.....................

Να με θάψεις με τα μάτια ανοιχτά
να αναπνέω.







από το ποίημα "ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ

..................................

Πετάς σπίθες να κάψεις το χαρτί
μην το βρει ο άγιος που έχει τ' όνομά σου.






από το ποίημα "ΤΑ ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ"


Πρώτη φορά βλέπω
γλάρους σε παιδική χαρά.

Πόσο δύσκολο είναι
να παίξεις μαζί τους κρυφτό
πάντα σε βρίσκουν.

...................................







από το ποίημα "ΦΩΝΕΣ"


................................

Ακούς ψιθύρους
γλώσσα σου γλείφει το σβέρκο
σταγόνες αίμα θυσία
στο πηγάδι ευχών κάποιου άλλου.

Ελεύθερος σκοπευτής στο γυμνό σου σώμα.

Σκόρπια κομμάτια 
στον ορίζοντα που σε θήλασε.

Συναρμολόγησε τον καθρέφτη
από την αρχή.

Τούτη τη φορά χωρίς μετάνοιες.

Τις γωνίες να προσέξεις.







συνεχίζει...








Ω, τι σόϊ, μαμά !


ΙΙ.

"στον παππού Παναγιώτη και στον παππού Δημήτρη"



Ο πατέρας της Βάντας, ο Παναγιώτης Λ., έχει φύγει αρκετά χρόνια τώρα...
Ήταν σε ήθος ένας λεβέντης άνθρωπος. Μεσσήνιος. Πολέμησε και τραυματίστηκε στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Άνθρωπος του πνεύματος και μαχητής της ζωής. Κρατάω σεβαστικά τη μνήμη του κι έχω στη βιβλιοθήκη μου τα βιβλία του :

"Επιστροφή στις ρίζες" 
( το κάστρο της Είρας, ο Ναός της Μελαίνης Δήμητρας και η Πύλη του Άδη, Μεσσηνιακοί Πόλεμοι - Η ζωή και τα έθιμα του χωριού και το γενεαλογικό δέντρο των ομοχωρίων μου)
εκδ. 1990

κι ακόμα το βιβλίο του :

"Οι Ντρέδες, τα παλληκάρια του Μωρηά"
εκδ. 1980
με ιδιόχειρη αφιέρωση, που είχε την ευγένεια να μου κάνει στην πρώτη σελίδα :

"Δίδα Α. Κ.
εις ένδειξιν τιμής και αγάπης
διά την πολύτιμον συνεργασίαν της."

Αυτός ο στακάτος, ντόμπρος παππούς είναι που "επηρέασε" τον Δημήτρη μας.
Αυτός είναι ο ένας του παππούς, εκ μητρός, στον οποίο το παιδί αφιερώνει την ποιητική του συλλογή.




Ο άλλος παππούς που "επηρέασε" τον Δημήτρη μας είναι ο παππούς Δημήτρης, ο Μίμης.
Νονός μου. Παντρεμένος την αδερφή της μάνας μου. Πατέρας του Γιώργου και της Διώνης.

Έχω μπροστά μου το βιβλίο του :

"1940-1945
Ένα κομμάτι της ζωής μου"

Ανοίγω κι αντιγράφω εδώ κάτι τις γι αυτόν, από τον πρόλογο του βιβλίου:

"...ήταν τρισέγγονος του αγωνιστή της Εξόδου του Μεσολογγίου, Χρήστου Καψάλη.

Έλαβε μέρος στη Μάχη της Κρήτης , όπου τραυματίστηκε και αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς.

Στη διάρκεια της δικτατορίας (χούντας) διώχθηκε, έμεινε σε διαθεσιμότητα γιά επτά χρόνια, και αποκαταστάθηκε με την επάνοδο της Δημοκρατίας, το 1974"



Εγώ έχω από αυτόν τον νονό, την ανάμνηση βρέφους δυό χρονών (πώς γίνεται;! κι όμως, το θυμάμαι !) να μ' έχει αγκαλιά όρθιος στο ΣΙΝΕΑΚ, εγώ να σκάω στο κλάμα ουρλιάζοντας τρομαγμένη μες τα σκοτάδια και να φεύγουμε άρον άρον...
Τέτοιο κέρατο και στραβόξυλο ήμουνα, από πάντα.
Ύστερα, μου έφερνε πάντα τα παιχνίδια που μ΄άρεσαν, δίχως ποτέ μου να ζητήσω, μ΄έπαιρνε διακοπές μαζί όπου πήγαιναν, μαζί του ήταν που είδαμε παιδιά την πρώτη μας όπερα, Lucia di Lammermoor.
Ο νονός μου  ποτέ δεν μας είπε "ακούστε κλασική μουσική !" , τον βλέπαμε όμως ν΄ακούει εκείνος κι ακούγαμε κι εμείς.
Δεν είπε ποτέ "διαβάστε !" , τον βλέπαμε όμως πάντα με το βιβλίο στο χέρι κι έτσι έρχονταν φυσικά κι αβίαστα τα διαβάσματα.

Και δεν μπορώ φυσικά να ξεχάσω, ότι στην ελεεινή και τρισάθλια δική μου εφηβεία, στην σκληρή και πανδύσκολη εφηβεία που πέρασα, στην εφηβεία την εξοντωτική γιά μένα και γιά τους γύρω μου, πάντα με υποστήριζε και μάλλωνε τον πατέρα μου, που ανησυχούσε ο άνθρωπος με τα καμώματά μου, κι οργιζόταν κι αγρίευε. 
Στήριγμα ήταν ο νονός μου, κι έτσι μπορώ πολύ καλά τώρα να καταλάβω, το γιατί ο Δημήτρης αφιερώνει στον παππού Δημήτρη, τον εκ πατρός,  ετούτη την ποιητική συλλογή.



συνεχίζει...