Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2010

.
ο ερωτευμένος ήλιος ταίριαξε σήμερα με τη θάλασσα. τώρα κι εκείνη αστράφτει, σαν που αστράφτουν οι ερωτευμένες γυναίκες και γουργουρίζει ζεστή, φωτεινή, γελαστή, δοτική και παραδομένη.
στον ΝΑΟΚ είδα καμιά δεκαριά άτομα να κολυμπάνε. ψιλοζήλεψα είν' η αλήθεια, μα είπα
όχι ! δε θα το κάνουμε και αυτό... έτσι, μετά που γυρίσαμε απ' το νοσοκομείο, όπου κόψαμε τα ράμματα, πήρα τον σκύλο και πήγαμε οι δυό μας άκρη άκρη την πεζούλα, στη θάλασσα που στραφτοκοπάει. κάθισα να κοιτάζω το νερό, πλάϊ στον Άη Γιώργη μου, με το πρόσωπο στον ήλιο. ώρα πολλή. μαύρισα κι όλα !
. . .

.
le pot au feu
et

le pot au lait

.

.
το πρωί στην κουζίνα, πριν ξυπνήσει ο άμαχος πληθυσμός (παιδιά, σκυλιά κ.τ.λ...) φτιάχνοντας και γυρίζοντας στο μυαλό μου το pot au feu, μου ήρθε συνειρμικά εκείνο το παιδικό ποιηματάκι του Lafontaine, για το pot au lait ! .
eh, voila !

.

. .
.
LA LAITIÈRE ET LE POT AU LAIT
.
JEAN DE LA FONTAINE
.

"Perrette, sur sa tête ayant un pot au lait
Bien posé sur un coussinet,
Prétendait arriver sans encombre à la ville,
Légère et court vêtue, elle allait à grand pas,
Ayant mis ce jour-là, pour être plus agile,
Cotillon simple et souliers plats.
.
Notre laitière ainsi troussée
Comptait déjà dans sa pensée
Tout le prix de son lait, en employait l'argent ;
Achetait un cent d'oeufs, faisait triple couvée :
La chose allait à bien par son soin diligent.
« Il m'est, disait-elle, facile
D'élever des poulets autour de ma maison ;
Le renard sera bien habile
S'il ne m'en laisse assez pour avoir un cochon.
Le porc à s'engraisser coûtera peu de son ;
Il était, quand je l'eus, de grosseur raisonnable :
J'aurai, le revendant, de l'argent bel et bon.
Et qui m'empêchera de mettre en notre étable,
Vu le prix dont il est, une vache et son veau,
Que je verrai sauter au milieu du troupeau ? »
.
Perrette là-dessus saute aussi, transportée :
Le lait tombe ; adieu veau, vache, cochon, couvée.
La dame de ces biens, quittant d'un œil marri
Sa fortune ainsi répandue,
Va s'excuser à son mari,
En grand danger d'être battue.
Le récit en farce en fut fait ;
On l'appela le Pot au lait.

Quel esprit ne bat la campagne ? Qui ne fait châteaux en Espagne?
.
Picrochole, Pyrrhus, la laitière, enfin tous,
Autant les sages que les fous.
Chacun songe en veillant ; il n'est rien de plus doux :
Une flatteuse erreur emporte alors nos âmes ;
Tout le bien du monde est à nous...
Quand je suis seul, je fais au plus brave un défi ;
Je m'écarte, je vais détrôner le Sophi ;
On m'élit roi, mon peuple m'aime ;
Les diadèmes vont sur ma tête pleuvant :
Quelque accident fait-il que je rentre en moi-même,
Je suis gros Jean comme devant."
. . . .
. . .
όπου η Perrette, πήγαινε στην πόλη και κουβαλούσε όμορφα όμορφα πάνω στο κεφάλι της το δοχείο με το γάλα, ακουμπισμένο σ' ένα μαξιλαράκι.
η Perrette, φορούσε εκείνη την ημέρα ίσια παπουτσάκια για να είναι πιό ανάλαφρη, άνοιγε το βήμα της και από μέσα της λογάριαζε...
θα πουλούσε το γάλα και με τα λεφτά θ' αγόραζε 100 αυγά.
θα φτιανε κλωσσόπουλα, θα μεγάλωνε τις κότες, κι αν δεν της τις έτρωγε η αλεπού θα τις πουλούσε κατόπιν για ν' αγοράσει ένα γουρουνάκι.

θα ανέτρεφε το γουρουνάκι, θα το πάχαινε
κι έπειτα ίσως το πουλούσε για ν' αγοράσει για το σταύλο της μιά αγελάδα με το μοσχαράκι της. αχ, τι όμορφα θα ναι, να βλέπει το μοσχαράκι να χοροπηδάει μες στο κοπάδι !
.

έτσι παρασύρθηκε η
Perrette και χοροπηδάει κι αυτή, σαν το μοσχαράκι ... πέφτει το γάλα ! πάει μαζί και το μοσχαράκι κι η αγελάδα, το γουρουνάκι και τα κοτόπουλα !
.
αυτή η ιστορία ονομάζεται
le Pot au lait (το δοχείο με το γάλα) .
και το ηθικόν δίδαγμα - όπως λέγαμε παιδιά στο κατηχητικό (!) είναι :
NE FAITES PAS DE CHATEAUX EN ESPAGNE !
που πάει να πει, ΜΗΝ ΟΝΕΙΡΟΒΑΤΟΥΜΕ !
. . . . . . .

. . . . . . .


Δεν υπάρχουν σχόλια: