Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2010

.


.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
Γιώργος
Σεφέρης
.
.

Από τους
.
ΑΡΓΟΝΑΥΤΕΣ
.
.
.
Δεν τους γνωρίσαμε
ήταν η ελπίδα στο βάθος
που έλεγε πως τους είχαμε γνωρίσει από μικρά παιδιά.
Τους είδαμε ίσως δυο φορές κι έπειτα πήραν τα καράβια,
φορτία κάρβουνο, φορτία γεννήματα,
κι οι φίλοι μας χαμένοι πίσω από τον ωκεανό παντοτινά.
Η αυγή, μας βρίσκει πλάι στην κουρασμένη λάμπα
να γράφουμε αδέξια και με προσπάθεια στο χαρτί
πλεούμενα γοργόνες ή κοχύλια
το απόβραδο κατεβαίνουμε στο ποτάμι
γιατί μας δείχνει το δρόμο προς τη θάλασσα,
και περνούμε τις νύχτες σε υπόγεια που μυρίζουν κατράμι
.
Οι φίλοι μας έφυγαν
ίσως να μην τους είδαμε ποτές,
ίσως να τους συναπαντήσαμε όταν ακόμη ο ύπνος
μας έφερνε πολύ κοντά στο κύμα που ανασαίνει
ίσως να τους γυρεύουμε γιατί γυρεύουμε την άλλη ζωή,
πέρα από τ' αγάλματα
.
.



Ζ '
.

Νοτιάς

.................
.

Μεγάλα παράθυρα.
Μεγάλα τραπέζια για να γράφουμε τα γράμματα που σου γράφουμε
τόσους μήνες
και τα ρίχνουμε μέσα στον αποχωρισμό για να γεμίσει
.
'Aστρο της αυγής, όταν χαμήλωνες τα μάτια
οι ώρες μας ήταν πιο γλυκιές από το λάδι πάνω στην πληγή,
πιο πρόσχαρες από το κρύο νερό στον ουρανίσκο,
πιο γαλήνιες από τα φτερά του κύκνου.
Κρατούσες τη ζωή μας στην παλάμη σου.
Ύστερα από το πικρό ψωμί της ξενιτιάς
τη νύχτα αν μείνουμε μπροστά στον άσπρο τοίχο
η φωνή σου μας πλησιάζει σαν έλπιση φωτιάς
και πάλι αυτός ο αγέρας ακονίζει πάνω στα νεύρα μας
ένα ξυράφι
.

Σου γράφουμε ο καθένας τα ίδια πράματα
και σωπαίνει ο καθένας μπρος στον άλλον κοιτάζοντας,
ο καθένας, τον ίδιο κόσμο
χωριστά το φως και το σκοτάδι στη βουνοσειρά κι εσένα.
Ποιος θα σηκώσει τη θλίψη τούτη απ' την καρδιά μας;
.
.



Θ’
.

Αν το θέλησα να μείνω μόνος,
γύρεψα τη μοναξιά,
δε γύρεψα μια τέτοια απαντοχή,
το κομμάτιασμα της ψυχής μου στον ορίζοντα,
αυτές τις γραμμές,
αυτά τα χρώματα,
αυτή τη σιγή.
.
.
.
.
.



Δεν υπάρχουν σχόλια: