Κυριακή 31 Μαΐου 2009

.
monpetitMozart,

το απόγευμα ήρθε η φίλη g.
πήγαμε μαζί στο θέατρο του Γ. Δ.
κωμωδία, πολύ καλά σκηνοθετημένη, φυσικά !...
ΓΕΛΑΣΑ. γέλασε τ' αχείλι μου.
ξεχάστηκα λίγο...
για λίγο...
.
.
.
.
.

Σάββατο 30 Μαΐου 2009

.
by
Foteini
.
.
μετάφραση
.
.
Νύχτες ξαγρύπνιας,
Λευκές

Σαν άσπρες χιονονιφάδες στιβάζονται
ή σαν βαριά άσπρα σύννεφα
Ενός φθινόπωρου

Νύχτες κουφές και βουβές,
Σαν πασχαλιές,
Που κάνουν
Μονάχα την κίνηση του αγέρα
Μες σε καθρέφτη

Βραδιές μιάς ξεχασμένης σοφίας
Μιάς ξεχασμένης ελπίδας
Μιάς ξεχασμένης αγάπης

Βραδιές
Μιας ζωής να αντέχω
Δίχως εσένα.

.
.
.
.
.

.
.
αγαπητό ημερολόγιο,

παρακάλα να την βγάλουμε καθαρή...
.
το πρωινό, ως τις τέσσερις το απομεσήμερο, ήταν πολύ σκληρό.
αρχίσαμε στις 9.30, με το μνημόσυνο του Σ.
από τις 10 ως τις 4, έγινα χίλια κομμάτια. ετοίμασα το συντονιστικό όργανο, για τη Δευτέρα.
όλες οι βεντέττες εκεί... τι να τους λέω εγώ, το μηρμήγκι ;!
ο Δ. α. Μ., οι Δ. όλων των Σ. A., ΣΠΑΥ, Δημόκριτος, Κολλέγια, Νομαρχιακοί κ.τ.λ...
τι να τους λέει το άσχετο το μηρμηγκάκι ; τι το θελα ;! τι το θελα ;! έπαθα ψιλοπανικό...
ευτυχώς, τα παιδιά με βοήθησαν...
φώναξα τον Θανάση. έχω εμπιστοσύνη στην κρίση του. με έβγαλε από λάθη, που πιθανά θα έκανα, και με ξεάγχωσε λίγο... έχει καλό πολιτικό μυαλό, σταθερό και ντόμπρο και είναι ακομπλεξάριστος, δε φοβάται να σε βοηθήσει...
στο μεταξύ, πέρασαν χίλιοι μύριοι, ο καθείς για άλλο λόγο...
ο Τζ., ήρθε να μου προσφέρει τον Β. "έχει τραβηχτεί σπίτι του και δεν θέλει κανέναν από δαύτους, όμως εγώ για σένα θα τον πείσω... συνεννοήσου, να του βγάλουμε έναν δρόμο ή μιά πλατεία... μπορείς να του κάνεις μιά σοβαρή εκδήλωση ;"
ΠΩΣ δηλαδή ; ΠΩΣ, Θεέ μου, πώς ;!
πώς να τα κάνω αυτά ;
συμφωνήσαμε να το κουβεντιάσουμε μετά τη σύσκεψη της Δευτέρας και μετά τη "Γαλλική Τρίτη".
ξέρω κάποιον, που μόνο αυτός θα μπορούσε να με βοηθήσει σ' αυτά, και να ακουμπήσω με ασφάλεια πάνω του, μα καλύτερα να πεθάνω μονάχη μου, παρά να νομίσει πως βρήκα ευκαιρία να τον ζυγώσω.........
αχ, μονάχα αχ... τίποτ' άλλο...

-βλέπεις, monpetitmozart ?
μ' όλην ετούτη την απόρριψη και το φτύσιμο,
εμάς, (σε σένα και σε μένα δηλαδή, mpΜ), μας μένει ακόμα μιά στάλα περηφάνεια...

.
ύστερα, ήρθαν εκατό άλλοι τύποι, για διάφορα...
ένας μπήκε να με δείρει, γιατί τον γράψανε, επειδή είχε παρκάρει πάνω στο πεζοδρόμιο !
νέος ήταν, μπρατσωμένος, γεμάτος τατού, μπόρεσα και τον καλμάρισα... μόλις καλμάρισε και είδε ότι του μιλάω με ενδιαφέρον και σοβαρά, του εξήγησα ότι είναι ΓΑΪΔΟΥΡΙ, που παρκάρει πάνω στα πεζοδρόμια (!)
χαμήλωσε το κεφάλι και υποσχέθηκε δεν θα το ξανακάνει...
μετά ήρθε μία εφέτης, για τον ίδιο λόγο. μπαίνοντας, μου κούναγε την κλήση μπροστά στη μούρη "εγώ είμαι εφέτης", φώναζε ! ωρυόταν, λες κι είχε δίκιο !
θα μπορούσα να γράψω ένα βιβλίο, γι αυτά !
έμαθα και φωνάζω πιό δυνατά απ' αυτούς... δεν καταλαβαίνουν αλλιώς !...
δεν της χαρίστηκα... "παρκάρετε πάνω στα πεζοδρόμια, είσαστε και εφέτης !", της λέω...
κι άλλοι, κι άλλοι...
έπειτα ενημερώθηκα από την Τεχνική, για όλα τα κτιριακά, που έχω τ' απόγευμα.
να πάω προετοιμασμένη, να ξέρω τι τους λέω, μην ξεφτιλιστώ...
έπειτα μπήκε στο γραφείο ο μεγάλος, είδε όλους αυτούς που μπαινοβγαίνανε κι άλλους που περίμεναν κι έφυγε τρέχοντας...
ήρθε ο Γιάννης Μπ., κάθισε λίγο, πήραμε αντίκρυ τον Παντελή και μιλήσαμε λίγο, έστειλα τα "παιδιά" και διώξανε την παραλαϊκή, όλες αυτές τις ώρες γίνονταν παράλληλα η προετοιμασία για τη σύσκεψη της Δευτέρας...
πήρα τον Γιάννη Δ., του ευχήθηκα για την πρεμιέρα απόψε "σκατά !"... γέλαγε... του είπα, εγώ θα έρθω να σε δω αύριο.
μετά ήρθε η σκηνοθέτης που έστειλε ο Σ.
θέλει να ανεβάσει ένα θεατρικό για τον Ρώμο Φιλύρα. Γιατί δεν βάζετε, της λέω, ΖΩΝΤΑΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ στην παράσταση ;
δεν έχουμε λεφτά, λέει...
κι αν σας βρω μουσικούς εγώ ; ξέρετε της λέω, ότι υπάρχει η τάδε συγγραφέας, που έχει φτιάξει το τάδε βιβλίο και τον αναφέρει ; με κοίταζε... το ήξερε...
"μου κάνει εντύπωση, λέει, πώς το ξέρετε εσείς !"
αχ... τίποτε άλλο ! ένα έρμο αχ, μονάχα...
.
μήτε θυμάμαι τι άλλα έκανα ως τις 4, όταν όμως σχόλασα τα πόδια μου έτρεμαν...
σπίτι.
σταθερά κολλημένοι στο ...4...
τρέμουν τα πόδια μου...
φαγητό στο σπίτι δεν είχε. ποιός δηλαδή να φτιάξει ;
ξάπλωσα τρία τέταρτα, σηκώθηκα, έκανα ντους, ντύθηκα και πήγα στη σύσκεψη με τους συλλόγους για τα κτιριακά. ήσαν εκεί καμιά πενηνταριά φορείς...
ό, τι κι αν κάνεις, πάντα γκρινιάζουν, και ευχαριστημένοι ποτέ δεν είναι... καλά πήγε όμως . υπάρχει εμπιστοσύνη και σεβασμός, παρά τη γκρίνια τους.
φύγαμε από κει 9.30 και με πήγαν στο κολλέγιο. εξαιρετική η παράσταση με το ακροβατικό θέατρο !
δεν είχα ξαναδεί ! μου άρεσε πάρα πολύ ! και σε όλους, δηλαδή...
ο γλάρος Ιωνάθαν !
γλάρος ήταν η κόρη της Ελ. Τ., τη σκηνοθετική δουλειά, διδασκαλία χορο κ.τ.λ., έκανε η Λίζα Αρ.
ξέρω και τις δυό από μικρές...
στο τέλος, της είπα , του χρόνου, σας θέλω στο φεστιβάλ.
κοντά μεσάνυχτα γύρισα.
τρέμουν τα πόδια μου
τρέμει η καρδιά μου.
...κολλημένοι στο ...4... σταθερά.
βοήθησέ μας, Θεέ μου ...
.
.
.
.
.
.
.










Παρασκευή 29 Μαΐου 2009

.
by
Foteini

.

des nuits blanches
disons, comme le blanc des flocons de neige
qui s' amassent
ou bien
comme les nuages lourds et blancs
d' un automne

des nuits sourds et muets
comme des lilas,
font que des gestes du vent
dans un miroir.

des nuits d' une sagesse oubliée
d' un espoir oublié
d' un amour oublié

.des nuits
d' une vie
que je mène
sans toi .

.
.
Ζαχαρίας Παπαντωνίου
.
Η Προσευχή Του Ταπεινού
.
.
Κύριε,
σαν ήρθεν η βραδιά, σου λέω τη προσευχή μου.
'Αλλη ψυχή δεν έβλαψα στο κόσμο απ' τη δική μου.
Εκείνοι που με πλήγωσαν ήσαν αγαπημένοι.
Την πίκρα μου τη βάσταξα, μου δίνεις και την ξένη.
.
Μ' απαρνηθήκαν οι χαρές.
Δε τις γυρεύω πίσω.
Προσμένω τα χειρότερα.
Ειν' αμαρτία να ελπίσω.
.
Σαν ευτυχία αγαπώ της νύχτας τη φοβέρα.
Στη πόρτα μ' άλλος δε χτυπά κανείς, απ' τον αγέρα.
Δεν έχω δόξα.
Ειν' ήσυχα τα έργα που 'χω πράξει.
'Ακουσα τη γλυκειά βροχή,
τη δύση έχω κοιτάξει,
έδωκα στα παιδιά χαρές,
σε σκύλους λίγο χάδι,
ζευγάδες καλησπέρισα που γύριζαν το βράδι.
.
Τώρα δεν έχω τίποτε να διώξω ή να κρατήσω.
Δεν περιμένω ανταμοιβή, πολλή 'ναι τέτοια ελπίδα!
Ευδόκησε ν' αφανιστώ, χωρίς να ξαναζήσω.
Σ' ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα.
.
.
.
.
.

Πέμπτη 28 Μαΐου 2009

.
by
Foteini
.
.
.
Στο Λούξορ, σιμά στο ναό, που μετράει τρισήμιση χιλιάδες χρόνια πίσω, στέκεις εσύ νύχτα με αστροφεγγιά . Αρχαίος μύθος σ’ έφερε εδώ. Κι εγώ που σ’ αγαπώ, βαδίζω σιωπηλά στα χνάρια της μοίρας σου.
Στου Νείλου τις όχθες παρέκει , κοντά σου γυναίκα αιχμάλωτη, της εικοστής έκτης δυναστείας μαγεμένη , ή , από μύθο ίσα βγαλμένη του Σικελιώτη Διόδωρου, να σ’ αγαπώ και να βαδίζω στα χνάρια της μοίρας σου, εγώ .
Στη Θήβα την εκατοντάπυλη, ανάμεσα σε τραγούδια ιερά, σε ανατολίτικους χορούς, σε jongleurs, σε ιαχές και σε πολεμικά εμβατήρια, κρατώντας στα χέρια το άγιο ξίφος του Ήφαιστου, τη ζωή παίζω, τη μοίρα υπερασπίζομαι εγώ .
Στην Arena , κοντά στο ναό της Αθήνας, μπρος στις οκτώ σάλπιγγες, σε τόνους «λα» και σε «σι» ύφεση μείζονα, ευμετάβλητο ρόδο Δωριέων εγώ, μιά κοιτάζω τα πέτρινα φύλλα και τους βλαστούς της ακάνθου, μιά κοιτάζω την ατίθαση χαίτη, λιοντάρι μου, να σ’ αγαπώ, εγώ.
.
.
.
.
.
.
.

Τετάρτη 27 Μαΐου 2009

.
by
Foteini
.
.
Με ένα μολύβι
Χαρταετούς σχεδίαζα
Carrés, triangles, rectangles, losanges
Έπειτα συνεχόμενα τετράγωνα
Ύστερα ρόμβους
Μαύρους, άσπρους, γελαστούς χαρταετούς - ρόμβους.
Ύστερα, σε μια καλούμπα με σπάγκο τους έδενα
Και τους αμόλαγα ψηλά
Πανηγυριώτικους
Στα όρη του Λιβάνου
Κοντά σου
Στο υπερώον της αίθουσας.

Μα εσύ, δεν είδες τίποτα
από το πέταγμά τους.
Εσύ, κοίταζες αλλού.
.
.
.

Τρίτη 26 Μαΐου 2009

.
MAHMOUD DARWISH -
NΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ -
MΑΡΙΝΑ ( Ρένα Χατζηδάκη )

.

Etat de Siege

.

Kατάσταση Πολιορκίας

.

-τρις- !.

.

.


Μαχμούντ Νταρουίς

.
Κατάσταση Πολιορκίας

.

Εδώ, στην κατηφόρα των βουνοπλαγιών

στη Δύση απέναντι

και στων καιρών το χάσμα

πλάι στα περιβόλια με την κομματιασμένη σκιά,

σαν τους φυλακισμένους

σαν τους άνεργους

καλλιεργούμε την ελπίδα.

.
Πατρίδα που κοντεύεις στην αυγή,

γίναμε όλο και πιο άμυαλοι

Αφού τόσο καιρό ατένιζε το μάτι μας τη νίκη:

ανύχτωτες οι νύχτες μας κι οι πυροβολισμοί τις καταυγάζουν

οι εχθροί μας που επαγρυπνούν,

οι εχθροί μας που για μας το φως ανάβουν

μες στο πηχτό σκοτάδι των σπηλαίων.

.
Ο ουρανός το μεσημέρι μολυβένιος

τη νύχτα πορτοκαλένιος.

Ενώ οι καρδιές παραμένουν ουδέτερες

όπως τα τριαντάφυλλα του φράχτη.

.
Στην πολιορκία, ζωή είναι ο χρόνος

ανάμεσα στην ανάμνηση της αρχής της

και τη λησμονιά του τέλους της…

.
Λέει, στο χείλος του θανάτου:

τίποτα δεν μου απέμεινε να χάσω.

Ελεύθερος πλάι στην ελευθερία μου

και με το αύριο στο χέρι μου…

Σε λίγο θα μπω στη ζωή μου

να γεννηθώ ελεύθερος, χωρίς γονείς

να επιλέξω για όνομά μου τα γράμματα του κυανού…

.
Εδώ, πάνω στις υψωμένες καμινάδες,

πάνω στη σκάλα του σπιτιού,

δεν υπάρχει χρόνος για τον χρόνο.

Κάνουμε ό,τι

κι όσοι ανεβαίνουνε προς τον Θεό:

Τον πόνο λησμονάμε.

.
Ο πόνος

είναι αυτός:

πως το πρωί

του σπιτιού η κυρά δεν κρεμάει της μπουγάδας το σκοινί

και πως της φτάνει η καθαρότητα ετούτης της σημαίας

.
Ο κάθε θάνατος

κι ο αναμενόμενος ακόμα,

είναι ο πρώτος.

και πώς να δεις

ένα φεγγάρι αποκοιμισμένο

κάτω από κάθε πέτρα;

.
[Σ' έναν κριτικό:]

Μην εξηγείς τις λέξεις μου

με το κουτάλι του τσαγιού ή την παγίδα για πουλιά!

Οι λέξεις μου με πολιορκούν μέσα στο όνειρο.

Οι λέξεις που δεν είπαμε καταγράφουν κι ύστερα μόνο με αφήνουν να αναζητώ

ό,τι απέμεινε από το όνειρό μου…

.
Αυτή η ρίμα δεν ήταν

απαραίτητη,

ούτε για του ρυθμού την αρμονία

ούτε για την οικονομία του πόνου.

Είναι περίσσεια, ανώφελη,

όπως μια μύγα πάνω στο τραπέζι.

.
Η ομίχλη είναι σκοτεινιά,

σκοτεινιά πυκνή κι άσπρη

που ξεφλουδίζουν το πορτοκάλι κι η γυναίκα που υπόσχεται.

.
Οι απώλειές μας:

Δύο με τέσσερις μάρτυρες τη μέρα

δέκα τραυματίες

είκοσι σπίτια

πενήντα ελιόδεντρα

κι ας μην ξεχνάμε τη δομική ανισορροπία

που θα χτυπήσει το ποίημα, το θεατρικό έργο

Και τον μισοτελειωμένο πίνακα.

.
Της λέει:

Περίμενέ με στην άκρη του γκρεμού.

Κι αυτή του λέει:

Ελα…έλα! Εγώ είμαι ο γκρεμός.

.
Μια γυναίκα λέει στο πλήθος:

Σκέπασε τον αγαπημένο μου

γιατί τα ρούχα μου έχουν βραχεί από το αίμα του!

.
Αν δεν είσαι βροχή αγάπη μου

γίνε δέντρο

Γόνιμο…γίνε δέντρο.

Κι αν δεν είσαι αγάπη μου δέντρο

γίνε πέτρα

Υγρή…γίνε πέτρα.

Κι αν πέτρα, αγάπη μου, δεν είσαι

γίνε φεγγάρι

Στο όνειρο της αγαπημένης…γίνε φεγγάρι.

.

[Ετσι είπε μια γυναίκα

Στον γιο της καθώς έθαβαν.]
.
Τούτη η πολιορκία θα διαρκέσει μέχρι ο πολιορκημένος

σαν τον πολιορκητή, να αντιληφθεί ότι η στενοχώρια

είναι ένα απ’ του ανθρώπου τα γνωρίσματα.

.
Σεις που επαγρυπνείτε! Δεν κουραστήκατε

να επιτηρείτε το φως μες στο αλάτι μας;

Κι από τη φλόγα των ρόδων μέσα στην πληγή μας

δεν κουραστήκατε, σεις που επαγρυπνείτε;

.
Στον δρόμο για τη φυλακή, μου είπε:

Βγαίνοντας, θα ξέρω

πώς να επαινώ την πατρίδα

ή να τη λοιδορώ

Είναι ένα επάγγελμα όπως όλα.

.
[Στην ποίηση:]

Πολιόρκησε την πολιορκία σου.
.
[Στην πρόζα:]

Από το λεξικό του Νόμου,

πάρε τις αποδείξεις σου για μια πραγματικότητα

που οι αποδείξεις την κατέστρεψαν

κι εξήγησε τη σκόνη σου.
.
[Στην ποίηση και την πρόζα:]

Πετάξτε μαζί

όπως τα δυο φτερά ενός χελιδονιού που φέρνει

την ευλογημένη Άνοιξη.

.
«Εγώ ή αυτός»

έτσι αρχίζει ο πόλεμος.

Όμως τελειώνει με μια αμήχανη συνάντηση:

«Εγώ κι αυτός».

.
«Είμαι για πάντα εκείνη»

Έτσι αρχίζει ο έρωτας.

Μα σαν τελειώνει,τελειώνει μ’ ένα αμήχανο αντίο:

«Εγώ κι αυτή».

.
Τούτη η πολιορκία θα διαρκέσει ως την ημέρα που

οι δάσκαλοι του Ολύμπου

θα επαναλάβουν την αθάνατη Ιλιάδα.

.
Ενα παιδί θα γεννηθεί,

εδώ, τώρα,στον δρόμο του θανάτου…κάθε ώρα.
.
Θα παίξει μ’ έναν χαρταετό

τεσσάρων χρωμάτων,

[κόκκινο, μαύρο, άσπρο, πράσινο]

έπειτα θα μπει μέσα σ’ ένα άστρο φευγαλέο.

.
Ο μάρτυρας με πολιορκεί:

Δεν έκανα τίποτε άλλο από το ν’ αλλάξω την κατοικία μου,

τα απλά μου έπιπλα

Έβαλα μια γαζέλα πάνω στο κρεβάτι μου

και μια ημισέληνο στο δάχτυλό μου

για ν’ απαλύνω τον πόνο μου.

.
Ο μάρτυρας με πολιορκεί:

Μην ακολουθείς τη νεκρώσιμη πομπή

εκτός εάν με γνώριζες.

Δεν ζητώ τη χάρη κανενός.

.

.
Αυτή η
«Κατάσταση Πολιορκίας» (A State of Siege)
γράφτηκε με αφορμή
την πολιορκία του αρχηγείου του Γιασέρ Αραφάτ στη Ραμάλα,
από τον ισραηλινό στρατό, τον Σεπτέμβρη του 2002.

.


η μιά καλύτερη απ' την άλλη !

τις κουβαλάω καιρό
στα μπαγκάζια μου...
.

.

.
Νάνος Βαλαωρίτης
.
Κατάσταση Πολιορκίας
.
.
.
Πολιορκούμεθα λοιπόν
Πολιορκούμεθα από ποιον
Από σένα κι από μένα απ’ τον τάδε και τον δείνα
Πολιορκούμεθα στενά
από σύνορα, τελωνεία, ελέγχους διαβατηρίων, την Ιντερπόλ,
τη στρατιωτική αστυνομία, τα τανκς, τη ρητορεία, τη βλακεία,
απ’ τα παράσημα, τις στολές, τους εκφωνηθέντας λόγους
Τις υποσχέσεις, τις ψευτιές, την κουτοπονηριά
τη δήθεν αγανάκτηση των ιθυνόντων, την υποκρισία
την τηλεόραση, τη ραδιοφωνία, τα σαπούνια, τ’ απορρυπαντικά
τις διαφημίσεις, τον τουρισμό, τα οργανωμένα ταξίδια, τις κρουαζιέρες
τις γκαζιέρες, τα ψυγεία, τις κατασκηνώσεις, τους προσκόπους,
τ’ άρθρα για την εκπαίδευση, την πολυκοσμία, τη σκόνη, τις ποιητικές συλλογές
την έλλειψη ύδατος, τα λιπάσματα, τα νεύρα, την κακή χώνεψη, τη φαλάκρα,
τους εφοπλιστές, το ποδόσφαιρο, τα λεωφορεία, την ακρίβεια,
τις παθήσεις της σπονδυλικής στήλης, τη γραφειοκρατία, την καθυστέρηση, τις διαβεβαιώσεις,
τις κριτικές, την εκκλησία, τα βασανιστήρια, τους καιροσκόπους,
την υποψία, τους κατατρεγμούς, το φόβο, τη θρασύτητα,
τους διαγωνισμούς καλλονής, την έλλειψη χρημάτων, την έλλειψη δικαιωμάτων,
πολιορκούμεθα από τους βάναυσους,
τους άναρθρους,
από τις μαύρες σκέψεις μας.
Από τον εαυτό μας
κι απ’ ό,τι άλλο βάλει ο νους σας
πολιορκούμεθα στενά.
.
.
.σε άλλο ύφος...
.
.
.
.
.και τέλος,
απόσπασμα από το καλύτερό μου !.
.
.
.
.
Μαρίνα
.
Κατάσταση Πολιορκίας
.
.
Καθώς το παιδί,
που σημαδεύεται απ' την πρώτη γνώση της μοναξιάς,
ο καιρός κι η απαντοχή θα κάνουνε συντρίμμια την καρδιά μου
και θα 'χω χάσει για πάντα τους δρόμους,
τους δρόμους μου, σα θα μ' αφήσουνε να βγω από δω.
.
Θα γυρίζω γυρεύοντάς σε παντού,
στα ισοπεδωμένα τοπία,
στα κομματάκια εκείνου του καθρέφτη,
στις σπαταλημένες ματιές,
να βρω ξανά το πρόσωπό σου, την καρδιά μου γυρεύοντας
.
και θα μιλώ και θα μιλώ τούτη τη γλώσσα,
που ήταν κάποτε δική μας,
που ήταν κάποτε το μόνο δικό μας που μας είχε απομείνει
μέσα στους ίσκιους των νεκρών χρωμάτων
των νεκρών εικόνων
όταν οι νύχτες μας ήταν απλά επεισόδια
της μεγάλης νύχτας που άρχισε πριν - πόσον καιρό;
.
Πώς να μετρήσω τον καιρό εδώ μέσα,
τις σεληνιακές σου διαλείψεις,
τ' αστρικά σου πηδήματα.
Πώς να μετρήσω την πορεία μου τεθλασμένη,
την απρόβλεπτη τροχιά της απουσίας σου,
μέσα σε τούτο το αμείλικτο διαστημόπλοιο,
μες στην καρδιά της πόλης που ήταν κάποτε δική μου
και τώρα την διαγουμίζουνε τα τανκς;
.
Εφτάπυλο το χάος, στεγανό
πολιορκημένο μέσα κι έξω από το φόβο με τα χίλια πρόσωπα.
Οι φωνές των ανιάτων κοπάζουν κάθε βράδυ στις πεντέμισι.
Οι σειρήνες λεηλατούν κάθε βράδυ τη σιωπή.
Οι κοιμισμένοι κάθε βράδυ ανεξιχνίαστοι νεκροί.
Και πάλι, πάντα πού είναι τα χέρια σου;
Η φωνή σου πού;
Θ' αντέξουν και απόψε τα τοιχώματα; Ή θα χιμήξει το σκοτάδι; Πώς να μετρήσω;
.
Καθώς η πρώτη γνώση της μοναξιάς
που σημαδεύει -έφηβο κιόλας το παιδί
η απουσία σου καρφώθηκε μαχαίρι κατακόρυφο στο χωροχρόνο μου
άνοιξε από παντού ξετρελαμένα στόματα η ασχήμια,
που ενεδρεύει να με καταβροχθίσει,
ο πληγωμένος χρόνος σπαρταράει,
μ' αφύσικα τινάγματα η μελλοθάνατη ειμ' εγώ
.
Και γύρω μου παντού, καταμεσίς κατάστηθα, στο χάος, στην καρδιά μου,
αιμόσυρτες οι τροχιές από την αθωότητα στο φόνο,
κι απ' το φόνο στην τύψη, στο μοιρολόι κι από κει στον άλλο φόνο.
.
Πώς να σου τραγουδήσω;
Κι η φωνή μου, π' αγαπούσες, μαχαιρωμένη.
Φύκια των ουρανών μες την αγρύπνια τα μαλλιά μου π' αγαπούσες,
τα χέρια μου πλοκάμια απελπισμένα
κι όπου κι αν ψάξω δε σε βρίσκω πια.
.
Τετράγωνα κομμάτια σκοταδιού πίσω απ' τα σίδερα.
Η ρωμιοσύνη προδομένη, η προδοσία μαχαίρι στην καρδιά.
Το πληγωμένο φως μετά τις δέκα, οι θόρυβοι ανεξήγητοι, οι ανάσες.
Η δίχως νόημα θυσία,
η πολιορκία,
η απουσία
το τσιγάρο του φρουρού.
.
.....................................
.
Θα στείλω τα όνειρά μου
να ταράξουν το νοικοκυρεμένο ύπνο τους,
θα στείλω το φόβο μου
να φωλιάσει στις ανύποπτες καρδιές τους
κι όταν θα ’ρθει η υπάλληλος για καταμέτρηση
«δραπέτευσε», θα λεν οι άλλοι, παρεξηγώντας το θάνατό μου.
.
Και μόνο εσύ θα ξέρεις !
μόνο εσύ θα θυμάσαι τα χέρια μου,
το θολό παράπονο του σκυλιού έξω από τη φυλακή,
τις κραυγές των παιδιών πάνω στην ταράτσα,
την απόγνωση του κινέζικου πορτρέτου,
τα ελληνικά αινίγματα – τι είν’ αυτό που ανεβαίνει με τα πόδια
και το κατεβάζουνε με κουβέρτα...
.
Και μόνο εσύ θα ξέρεις
πώς,
πού χάθηκε το κορμί μου,
τι έγινε η φωνή μου,
τι η αγρύπνια μου,
τι ήχους έχει ο φόβος
κι η απόγνωση τι πρόσωπο
.
....................
.
"Θεέ μου τι να γίνηκαν του κόσμου οι αντρειωμένοι;"

.
.
.
.
.
.
.
by
Foteini

Χαρταετούς έφτιαχνα.
Τετράγωνα
Κι ύστερα ρόμβους.
Χαρταετούς ρόμβους.

Ύστερα σε μια καλούμπα με σπάγκο τους έδενα
Και τους αμόλαγα στα όρη του Λιβάνου
Και στο υπερώον της αίθουσας.
Μα εσύ, δεν έβλεπες τίποτα.
Εσύ, αλλού κοίταζες.
.
.
.
.
.
la priere
de Foteini
.
.
έβαλα το φλυτζάνι πάνω στη φωτιά
κι ακούμπησα το μπρίκι του καφέ στο τραπέζι.

αν είσαι, Θεέ μου,
πού είσαι ;
μακριά απ' τα πλάσματά σου ;
.
.
.