Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2022

Πήρε τον δρόμο, το στρατί η γυναίκα κι ήρθε να σ' έβρει...

Τον δρόμο μου αργά να τραβώ, να τραβώ
αλλά πουθενά και ποτέ να μη στέκω
Ψυχή να μη βρίσκω, και πάντα να μπλέκω
με κόσμο τυφλό και βουβό...

Βάδισε αργά, παρέα με κάτι γατούλες, και με ένα ασκέρι ολάκερο από περιστέρια, αυτά που φωλιάζουν κοντά στην αυλόπορτα...
Το κεφάλι της κάτω και σούρνοντας τα βήματα...
Ήρθε κι ακούμπησε το κούτελό της πάνω στο άσπρο σου μαρμαράκι.
Δεν είχε δάκρυα. Μόνο απ το σάλιο της, ως μέσα στην ψυχή της, ως κάτω στον αφαλό της, κι ύστερα πάλι προς τα πάνω, μέχρι  τα μηνίγγια της, μιά ξεραϊλα κι ένα σφίξιμο.
Πού είσαι? 

Ινσιέμε α τε ιο ρεστερό




Δεν υπάρχουν σχόλια: