Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2011

.
.
Γιώργος Σεφέρης
.
ο βασιλιάς της Ασίνης
.

Ἀσίνην τε...
ΙΛΙΑΔΑ


.
.
..............................................................
κι ὁ βασιλιὰς τῆς Ἀσίνης ποὺ τὸν γυρεύουμε δυὸ χρόνια
τώρα
ἄγνωστος λησμονημένος ἀπ᾿ ὅλους κι ἀπὸ τὸν Ὅμηρο
μόνο μία λέξη στὴν Ἰλιάδα κι ἐκείνη ἀβέβαιη
ριγμένη ἐδῶ σὰν τὴν ἐντάφια χρυσὴ προσωπίδα.
Τὴν ἄγγιξες, θυμᾶσαι τὸν ἦχο της ; κούφιο μέσα στὸ φῶς
σὰν τὸ στεγνὸ πιθάρι στὸ σκαμμένο χώμα-
κι ὁ ἴδιος ἦχος μὲς στὴ θάλασσα μὲ τὰ κουπιά μας.
Ὁ βασιλιὰς τῆς Ἀσίνης ἕνα κενὸ κάτω ἀπ᾿ τὴν προσωπίδα
παντοῦ μαζί μας παντοῦ μαζί μας, κάτω ἀπὸ ἕνα ὄνομα:
«Ἀσίνην τε... Ἀσίνην τε...»
καὶ τὰ παιδιά του ἀγάλματα
κι οἱ πόθοι του φτερουγίσματα πουλιῶν κι ὁ ἀγέρας
στὰ διαστήματα τῶν στοχασμῶν του καὶ τὰ καράβια του
ἀραγμένα σ᾿ ἄφαντο λιμάνι-
κάτω ἀπ᾿ τὴν προσωπίδα ἕνα κενό.

Πίσω ἀπὸ τὰ μεγάλα μάτια τὰ καμπύλα χείλια τοὺς βο-
στρύχους
ἀνάγλυφα στὸ μαλαματένιο σκέπασμα τῆς ὕπαρξής μας
ἕνα σημεῖο σκοτεινὸ ποὺ ταξιδεύει σὰν τὸ ψάρι
μέσα στὴν αὐγινὴ γαλήνη τοῦ πελάγου καὶ τὸ βλέπεις:
ἕνα κενὸ παντοῦ μαζί μας.
Καὶ τὸ πουλὶ ποὺ πέταξε τὸν ἄλλο χειμώνα
μὲ σπασμένη φτερούγα
σκήνωμα ζωῆς,
κι ἡ νέα γυναίκα ποὺ ἔφυγε νὰ παίξει
μὲ τὰ σκυλόδοντα τοῦ καλοκαιριοῦ
κι ἡ ψυχὴ ποὺ γύρεψε τσιρίζοντας τὸν κάτω κόσμο
κι ὁ τόπος σὰν τὸ μεγάλο πλατανόφυλλο ποὺ παρασέρνει
ὁ χείμαρρος τοῦ ἥλιου
μὲ τ᾿ ἀρχαῖα μνημεῖα καὶ τὴ σύγχρονη θλίψη.

Κι ὁ ποιητὴς ἀργοπορεῖ κοιτάζοντας τὶς πέτρες κι ἀνά-
ρωτιέται
ὑπάρχουν ἄραγε
ἀνάμεσα στὶς χαλασμένες τοῦτες γραμμὲς τὶς ἀκμὲς τὶς
αἰχμὲς τὰ κοῖλα καὶ τὶς καμπύλες
ὑπάρχουν ἄραγε
ἐδῶ ποὺ συναντιέται τὸ πέρασμα τῆς βροχῆς τοῦ ἀγέρα
καὶ τῆς φθορᾶς
ὑπάρχουν, ἡ κίνηση τοῦ προσώπου τὸ σχῆμα τῆς στοργῆς
ἐκείνων ποὺ λιγόστεψαν τόσο παράξενα μὲς στὴ ζωή μας
αὐτῶν ποὺ ἀπόμειναν σκιὲς κυμάτων καὶ στοχασμοὶ μὲ
τὴν ἀπεραντοσύνη τοῦ πελάγου
ἢ μήπως ὄχι δὲν ἀπομένει τίποτε παρὰ μόνο τὸ βάρος
ἡ νοσταλγία τοῦ βάρους μιᾶς ὕπαρξης ζωντανῆς
ἐκεῖ ποὺ μένουμε τώρα ἀνυπόστατοι λυγίζοντας
σὰν τὰ κλωνάρια τῆς φριχτῆς ἰτιᾶς σωριασμένα μέσα στὴ
διάρκεια τῆς ἀπελπισίας
ἐνῶ τὸ ρέμα κίτρινο κατεβάζει ἀργὰ βοῦρλα ξεριζωμένα
μὲς στὸ βοῦρκο
εἰκόνα μορφῆς ποὺ μαρμάρωσε μὲ τὴν ἀπόφαση μιᾶς πί-
κρας παντοτινῆς.
Ὁ ποιητὴς ἕνα κενό.

.

...................................................

.

.

.

.

.

.

.

.

.


2 σχόλια:

ξωτικό είπε...

Έκαψα ήδη ένα φαί ,ωραία ξεκινήσαμε...που μυαλό να διαβάσω ,χαίρομαι και... λυπάμαι που με θυμήθηκες στην προηγούμενη κουβέντα με την μικρή μας αγαπημένη...
Καλό μήνα ψυχίτσα μου όμορφη

foteini είπε...

@
καλώς επέστρεψες,ξωτικούλα μου :)

καλό υπόλοιπο καλοκαιριού σου εύχομαι,
κι έπειτα ωραίες φθινοπωρινές μέρες
κι έπειτα πανέμορφες χειμωνιάτικες!

με ζεστασιά στην καρδιά
και δύναμη στο νου
και στην ψυχή
- ε, και στα χέρια - :)


φιλία :)