Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2018

Στο σπίτι, δέκα χρόνια τώρα όταν μιλούσαμε, δεν είπαμε ποτέ τη λέξη "Πάμε!"
Λέγαμε όλοι "Πι Αλφα Μι Εψιλον"
Αν κάποιος έκανε το λάθος κι έλεγε "Πάμε!", εσύ έπαιρνες κατ ευθείαν στο στόμα το λουρί , πήγαινες και στεκόσουνα στην πόρτα και περίμενες...
Ήσουνα τόσο έξυπνος! Πολύ έξυπνος. Όχι επειδή ήσουνα δικός μου, όχι επειδή η αραπίνα με το αραπόπουλο κι η κουκουβάγια με το κουκουβαγιόπουλο, αλλά επειδή ήσουνα αληθινά έξυπνος.
Από τον τόνο της κάθε φωνής ήξερες πάντα τι γινόταν. Πού φυσούσε ο άνεμος. Προς τα πού πήγαιναν τα πράγματα...
Ήξερες να διακρίνεις αλλά και να κάνεις το καλό, το κακό, την πονηριά, τη ζαβολιά, τη φιλία, την αγάπη.
Άλλοτε φερόσουν σαν ένα μικρό, ζωηρό, σκανταλιάρικο, καμμιά φορά ζηλιάρικο παιδί κι άλλοτε, ειδικά τώρα που μεγάλωνες, φερόσουν όπως ένας σοφός γέροντας. Διακριτικός. Ευγενής. Φιλικός. Κοινωνικός. Αληθινός. Υπομονετικός. Αγαπησιάρης. 
Καλοσύνη είχες. Ήσουν καλύτερος από έναν καλό άνθρωπο. 
Αξιοπρεπής. Περήφανος. Ντρεπόσουνα. Κανα δυό, τρείς φορές μέσα στα χρόνια, που γιά κάποιον λόγο σου ξέφυγαν τα κακά μέσα στο σπίτι, εγώ το πήρα είδηση  από τον τρόπο που ντρεπόσουνα... Κατέβαζες το κεφάλι και ντρεπόσουνα... Ποτέ δε χρειάστηκε να σε μαλώσω.
"Αγορίνα μου" σε έλεγα.

Πάντα, όταν έβγαινα εδώ γύρω, σε έπαιρνα μαζί μου, γιατί σου άρεσε να βγαίνουμε έξω. Η αληθινή σου απόλαυση όμως, εκείνο που περίμενες όλη μέρα, ήταν ο βραδινός μας περίπατος. Γιά δέκα χρόνια, με κάθε καιρό, τρία τέταρτα ως μιά ώρα βραδυνό περπάτημα, όλα τα μύριζες, όλα τα κατούραγες, με τράβαγες πάντα να πάμε προς την πλατεία, όπου σου άρεσε να κάθεσαι να χαζεύεις τα μεγάλα παιδιά. Τα λάτρευες αυτά τα παιδιά και τη φασαρία τους. Τα κοίταγες εκστατικός. Ήθελες να στεκόμαστε στην πλατεία εκεί κοντά τους και τα παρακολουθούσες με θαυμασμό να φωνάζουνε, να καπνίζουνε, να χειρονομούν... 
Σου άρεσε να σε χαϊδεύουν στο δρόμο. Να σε καμαρώνουν. Σου άρεσε που στεκόμαστε και κουβεντιάζαμε με τους γνωστούς μας.
Όταν βγαίναμε από την πόρτα μας, κρατούσες ψηλά το κεφάλι, σήκωνες ψηλά την ουρά σου, έπαιρνες αποφασιστικά το λουρί στα δόντια και με τράβαγες. Ήσουν περήφανος. Νόμιζες ότι εσύ με βγάζεις έξω βόλτα...

Ξέρω καλά, πως δεν θέλεις να είμαι στενοχωρημένη, αλλά είναι μεγάλη αλλαγή στη ζωή και μου λείπει πολύ, Φελουπί μου, η βραδυνή μας βόλτα...




Δεν υπάρχουν σχόλια: