.* οι φωτογραφίες
είναι της Foteinis
.
Παρασκευή 5 του Μάρτη, 2010..
απογευματινός περίπατος
στην Ακρόπολη
..
..
.
΄.στα Αναφιώτικα
μιά ανθισμένη γαζία στον ήλιο,
μπορεί να σε λωλάνει...
.
.τα ακροκέραμα
να υψώνονται...
.
.
.
.
το παλιό κουδούνι
μεράκι παλιού τεχνίτη
στην αυλόπορτα
.
.
σφραγίδαστον Αττικό ουρανό
.
.
.
.ο Βράχος !
.
.
διαβάζω
από τον Gustave Flaubert
.
"ταξίδι στην Ελλάδα"
.
Δεκέμβριος 1850 - Φεβρουάριος 1851
μετάφραση Π. Ζάννα,
εκδ. Ολκός
.
.
.
.
Σήμερα 23 Ιανουαρίου, Πέμπτη,
πήγα να αποχαιρετήσω την Ακρόπολη.
Μέσα στον Παρθενώνα, στη βάση μιάς πλάκας, ένας μηρός φαγωμένος, εντελώς γκρίζος.
Φυσούσε δυνατά, ο ήλιος βασίλευε, ο ουρανός ήταν κατακόκκινος πάνω από την Αίγινα.
Πίσω από τους κίονες των Προπυλαίων, ο ουρανός απλωνόταν με χρώμα κίτρινο, κροκάτο.
Καθώς επέστρεφα από το ναό του Ποσειδώνα, δύο μεγάλα πουλιά ξεπετάχτηκαν πάνω από το αέτωμα και έφυγαν ανατολικά, κατά τη μεριά της Σμύρνης, της Ασίας.
Σπρώχνοντας την πόρτα της Ακρόπολης, παρατήρησα πως έτριζε πονεμένα , σαν πόρτα σιταποθήκης.Βγήκα και κοίταζα το θέατρο του Ηρώδη, όταν ένας στρατιώτης ήρθε να μου πουλήσει για δύο δραχμές, μιά μικρή, γυναικεία φιγούρα με τα μαλλιά της ανασηκωμένα στην κορυφή του κεφαλιού.
.
Πηγαίνοντας στον Παρθενώνα και επιστρέφοντας εκεί, κοίταξα για πολλήν ώρα εκείνο το στήθος με τους ολοστρόγγυλους μαστούς, που είναι φτιαγμένοι για να σε τρελλάνουν από έρωτα
.
Χαίρε Αθήνα ! Αλλού τώρα !
Ώρα 10 και 1/2 το βράδυ
.
.
.
.
..
.
διαβάζωαπό τον Κωστή Παλαμά
.
"Γράμματα στη Ραχήλ"
.
εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1960
.
.
Ένα από τα σχέδιά μας που έμειναν ανεκτέλεστα, είναι ένα ανέβασμα στην Ακρόπολη, μιά επίσκεψη στο θείο το Βράχο.
Έχω πολύν καιρό να βρεθώ κατά τα μέρη εκείνα.
Σε θυμήθηκα σήμερα το πρωί (όχι εσένα, γιατί βέβαια η θύμηση προϋποθέτει διαλείμματα ξεχασιάς, και η Chère Clarté πάντα στέκεται εμπρός μου), θυμήθηκα το σχέδιο.
Το θυμήθηκα διαβάζοντας σήμερα το πρωί στο περιβόλι, το πρώτο κεφάλαιο από τους "Etérnels compagnons" του ρώσσου Merezkovsky
.....................
.
Το πρώτο αυτό κεφάλαιο επιγράφεται "Ακρόπολις" και διηγείται σ' αυτό, την επίσκεψή του στα ιερά λείψανα, γυρίζοντας από τη Φλωρεντία, τη "merveilleuse Cité", καθώς την ονομάζει
......................
.
Περιμένω να ξαναβρεθούμε στο κελλί ήσυχοι για να ιδής ή για ν' ακούσης τις σελίδες που αφιερώνει στην αττική ολόγυμνη γεμάτη από πνευματικότητα φύση, στο θέαμα του κόσμου και στην ομορφιά του, ξανοίγοντάς το ανάμεσ' από τις κολώνες του Παρθενώνα !
"Mon ame...........
η ψυχή μου πλημμύρισε από τη χαρά που δίνει το κάλλος.
Σαν χαμένος, σαν τρελός, επαναλάμβανα : Κύριε, τι αριστουργήματα είναι αυτά !
...................
Αντί για φυτά , στη βραχώδη γη, κάτω από τον φλογερό ήλιο της Αττικής, φύτρωσαν αυτές οι κολόνες, άσπρες σαν το χιόνι και στεφάνωσαν τους κοκκινωπούς όγκους της Ακροπόλεως.
Γύρω τριγύρω ούτε ένα δέντρο. Αλλά, τι να τα κάνουμε τα δέντρα ;"
.
Πού την ηύρεν όλην αυτήν την αττικολατρεία ο βάρβαρος αυτός Σκυθοσλαύος, ο Δοστογιεφσκιστής, ο μεσσιανιστής, ο μοσχοβιτικώτατα μυστικιστής ;
.
.
στολίδια
στα γύρω σπίτια
.
.

.
διαβάζω
από τον Le Corbusier
"Κείμενα για την Ελλάδα. Φωτογραφίες και σχέδια."
.
εκδ. 'Αγρα, Αθήνα 1992
.
.
Το να δεις την Ακρόπολη είναι ένας ευσεβής πόθος που τρέφεις χωρίς καν να διανοείσαι ότι θα τον πραγματοποιήσεις.
Δεν ξέρω γιατί αυτός ο λόφος κλείνει μέσα του την ουσία της καλλιτεχνικής σκέψης.
Ξέρω να εκτιμώ την τελειότητα αυτών των ναών και να αναγνωρίζω τον απαράμιλλο χαρακτήρα τους.
Έχω προ πολλού αποδεχθεί, ότι εδώ βρίσκεται ο χρυσός κανόνας, βάση κάθε καλλιτεχνικής μέτρησης.
Γιατί αυτή η αρχιτεκτονική κι όχι κάποια άλλη ;
Θα ήθελα να εξηγήσω με τη λογική ότι εδώ όλα βρίσκουν τη λύση τους κατά τον πλέον ασυναγώνιστο τρόπο. Ωστόσο, γιατί η διάθεση, ή μάλλον το συναίσθημα που καθοδηγεί τους λαούς και υπαγορεύει το πιστεύω τους, γιατί, παρά την επιθυμία τους κάποτε να ξεφύγουν, επαναφέρεται εδώ, το επαναφέρουμε εδώ, στην Ακρόπολη, στους πρόποδες των ναών ;
Αυτό είναι για μένα ένα πρόβλημα ανεξήγητο. Πόσο συναρπάζεται όλο μου το είναι από έναν απόλυτο ήδη ενθουσιασμό για τα έργα άλλων φυλών, άλλων περιόδων, άλλων γεωγραφικών πλατών !
Όμως γιατί, ύστερα από τόσους άλλους, πρέπει να ορίζω τον Παρθενώνα - έτσι καθώς ξεπροβάλλει από το πέτρινο πιάτο του - ως τον αδιαμφισβήτητο Άρχοντα και, έστω και οργισμένος, να υποκλίνομαι μπροστά στην υπεροχή του ;
.
.
..
Signature
a.k.
.
.
... δεν είναι ήσυχος άνθρωπος. Ποτέ δεν ήταν...
Τα διαβάσματα από παιδί, είναι ίσως που την ξεσήκωναν.
Ο Καζαντζάκης, οι Γραφές, οι Ποιητές.
Ούτε φαντάζεται κανείς, πόσο μπορούν να ξεσηκώσουν ένα ήσυχο παιδί οι ποιητές ... Αντάρτη μπορούν να το κάνουν !
Οι ψαλμοί, ο Ιώβ, το άσμα ασμάτων, η Αντιγόνη, η Αντιγόνη, η Αντιγόνη, η Αντιγόνη.
Η Αντιγόνη με το μοναχικό της θάρρος.
Κολλάς εκεί για μια ζωή
Και στο μοναχικό
Και στο θάρρος
.
Χρόνια παιδιάτικα, γραμμένο στο προσκέφαλό της :
«πατρός τε και μητρός τε και των άλλων προγόνων
απάντων τιμιότερον εστί η πατρίς
και σεμνότερον και αγιότερον...»
ώσπου, τον στίχο τον κατέκτησε.
Πέρασε μέσα της και την κατέκτησε κι αυτός.
Αυτή είναι η σειρά.
.
Κατόπιν,την παίδεψε πολύ η Ακρόπολη.
Την Ακρόπολη, την έβλεπε πλάϊ της τους χειμώνες, μες στο παράθυρό της!
Ούτε φαντάζεται κανείς, πόσο μπορεί να ξεσηκώσει ένα ήσυχο παιδί η Ακρόπολη!
Η ελληνική, λιτή γραμμή. Η λευκή.
Φουρτούνα μπορεί να κάνει την ψυχή του...
.
Κάθε καλοκαίρι πάλι, ερωτευόταν τον Υμηττό.Ίσως κι αυτός την ερωτεύονταν κάποτε...
Ο Υμηττός, με τα μωβ, μυρωδάτα θυμάρια, τις αλεπότρυπες, τη μυρωδιά απ’ τις ξερές πευκοβελόνες και τους σκατζόχοιρους.
Ο Υμηττός την έφτιαξε βουνίσια.
Χωριάτικες βουνοκορφές, τραχιές, ολοένα που υψώνονται μέσα της. Δύσβατα...
.
Και πέρασε παιδί, γερά μυστικά μονοπάτια. Ψαξίματα εσωτερικά, όπου κανείς δεν είχε πρόσβαση. Απολύτως κανείς.
Μικρό κορίτσι, ήθελε να πάει στην Αφρική, να δουλέψει κοντά στον Ραούλ Φολλερώ.
Θαύμαζε πάντα τον Δον Κιχώτη, μα σίγουρα, εμπιστεύονταν περσότερο τον Σάντσο.
Πάταγε πάντα σταθερά στα δυό ποδάρια της.
.
.
.
SignatureFoteini
.
.
.
Στο Λούξορ,
σιμά στο ναό, που μετράει τρισήμιση χιλιάδες χρόνια πίσω,
στέκεις εσύ νύχτα με αστροφεγγιά .
Αρχαίος μύθος σ’ έφερε εδώ.
Κι εγώ που σ’ αγαπώ, βαδίζω σιωπηλά στα χνάρια της μοίρας σου
.
Στου Νείλου τις όχθες παρέκει , κοντά σου γυναίκα αιχμάλωτη,
της εικοστής έκτης δυναστείας μαγεμένη ,
ή , από μύθο ίσα βγαλμένη του Σικελιώτη Διόδωρου,
να σ’ αγαπώ και να βαδίζω στα χνάρια της μοίρας σου, εγώ
.
Στη Θήβα την εκατοντάπυλη, ανάμεσα σε τραγούδια ιερά,
σε ανατολίτικους χορούς, σε jongleurs, σε ιαχές και σε πολεμικά εμβατήρια,
κρατώντας στα χέρια το άγιο ξίφος του Ήφαιστου,
τη ζωή παίζω, τη μοίρα υπερασπίζομαι εγώ
.
Στην Arena , κοντά στο ναό της Αθήνας,
μπρος στις οκτώ σάλπιγγες,
σε τόνους «λα» και σε «σι» ύφεση μείζονα,
ευμετάβλητο ρόδο Δωριέων εγώ,
μιά κοιτάζω τα πέτρινα φύλλα και τους βλαστούς της ακάνθου,
μιά κοιτάζω την ατίθαση χαίτη, λιοντάρι μου,
να σ’ αγαπώ, εγώ
.

οι κάκτοι της Αττικήςκαιτου Κώστα Παρθένηοι κάκτοι 

.
.
δεν υπάρχουν λόγια !
.
.
..

κουμαριές στα πόδια σουλευκά γιασεμιάκαι δεντρολίβανοπικρό
......